μ’ εκείνο το φιλί,
που είχε τη γεύση των δακρύων.
Ύστερα έμειναν τα χείλη ορφανά
να σιγοψιθυρίζουν ερημιά
και να πεθαίνουν μισάνοιχτα…
Δεν ήταν τόσο το φιλί του
που λαχταρούσε.
Τη ματιά του αναζητούσε
για να τρυπώσει εντός της
και να μείνει εκεί,
να γίνει χτύπος της καρδιάς του
και αίμα στις φλέβες του
κύτταρο στο κορμί του
και όνειρο ανέγγιχτο.
Μα ναι, σκέφτηκε,
τα όνειρα δεν αγγίζονται,
δε ψεύδονται, δε πονάνε
μόνο θρέφουν
για να μπορεί
να αντέχει ο άνθρωπος,
για να μπορεί
να κάνει πως ζει.
1 σχόλιο:
"Κάνει πως ζει"
Μα πόσο θα ήθελε να ζει...
Την καλησπέρα μου
Δημοσίευση σχολίου