Ξύπνησα εκείνο το πρωινό
έβαλα το καφέ φουλάρι
που μου χάρισες στο λαιμό,
έφτιαξα τις βαλίτσες μου
κι ετοιμάστηκα για κείνο το ταξίδι
που λέγαμε .
Ο βαλίτσες μου στη πόρτα
φωνάζουν στάζοντας αγωνία
τα δάχτυλα παγωμένα
τα πόδια καρφωμένα στο πάτωμα
τα κλειδιά να σφαδάζουν στη κλειδαριά…
Μετέωρο το βήμα,
οι λέξεις κοντοστέκονται στο λάρυγγα
οι χτύποι της καρδιάς αναστέλλονται
και το φουλάρι θηλιά και με πνίγει .
Γιατί να μείνει στη μέση το ταξίδι;
Γιατί δεν ανοίγει η ρημάδα η πόρτα;
Γιατί τα πόδια δε κινούνται;
Πνίγηκα στις λέξεις
που δε τόλμησα ποτέ να ξεστομίσω.
Στ’ αλήθεια από δω που είμαι
δε θυμάμαι γιατί το ταξίδι
δεν άρχισε ποτέ…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου