Έτσι γέμιζα κάθε τόσο
τις χούφτες με νερό
κι έκανα να σ’ αγγίξω.
Μα ήσουν ψυχή από αλάτι
και το νερό γινόταν αρμύρα,
που μου ‘καιγε τα χείλη .
Κι η αρμύρα σου μου φώναζε
να φύγω μακριά,
μα μέσα στο τόσο πείσμα
της ψυχής μου,
σ’ άφηνα να με τρως λίγο-λίγο,
όπως η θάλασσα τα γερασμένα πλοία.
Γι’ αυτό θλίβομαι βαθιά
σαν βλέπω νεκροταφεία πλοίων,
γι’ αυτό η θάλασσα
με πονάει τόσο,
γι’ αυτό με ανασταίνει.
2 σχόλια:
Κατάθεση ψυχής το όμορφο ποιήμα σου Λία. Καλημέρα.
Θλίβομαι βαθιά...
Δημοσίευση σχολίου