Δεν ήξερες να παίζεις
μονάχα τις χορδές γρατζούναγες
ασταμάτητα στο μεσονύχτιο ήλιο
Πάνω στο δοξάρι σου
άφησες τα ματωμένα σου δάχτυλα
προσπαθώντας να πιάσεις εκείνο
το ρυθμό που είχες ακούσει παιδί
στα στενοσόκακα της Σαλονίκης
κάθε που τις νύχτες ξεστρατούσες
Περιφερόσουν αδιάφορα
ανάμεσα σε μπεκρήδες
κι αλήτες της ψυχής
ανάμεσα σε πόρνες
που μερικά ευρώ μονάχα ζητούσαν
αδιάφορα τάχα να κρύψουν τη μοναξιά τους
για μια ώρα ηδονής μαζί σου.
Έσερνες στη πλάτη σου
τ ακούρντιστο βιολί σου
και κάθε τόσο έπαιζες
τις φάλτσες νυχτόβιες νότες .
Κάπου-κάπου ξαπόσταινες
αντικρίζοντας την ανατολή
που σου υποσχόταν
λίγη ευτυχία και πολύ δυστυχία
Κάποτε κουράστηκες απ το περπάτημα
κι άφησες τα παπούτσια σου
πάνω σ ένα παγκάκι
κανείς δεν άκουσε ποτέ για σένα
σα να μην υπήρξες ποτέ
Μονάχα μια νότα που σέρνεται
δειλά ανάμεσα στα φθινοπωριάτικα φύλλα
σφυρίζει που και που
ένα θλιμμένο σκοπό
ψάχνοντας να βρει
ένα ζευγάρι χαμένα παπούτσια
*
Εμπνευσμένο από μια εγγραφή
της Μαρίας Ρ.
4 σχόλια:
Τρεις νότες φάλτσες
ξεκουρδιστη αγάπη
Εχασες ψυχή..
Καλημερα Κλειώ μου
Τι να πω υπέροχο το χαικού σου κι απόλυτα ταιριαστό με το πόστ.
Φιλιά πολλά για ένα εμπνευσμένο και όμορφο σ/κ
Αυτά τα σοκάκια της Θεσσαλονίκης που τα ερωτευτήκαμε και μας πληγώνουν τώρα.
Καλησπέρα.
"Ω πόσο ευχήθηκα
τ’όνομά σου αμερόληπτα
νότα νότα να το διαβώ
πριν καν μου το μολογήσεις.
Μα ήταν εκείνος ο καθρέφτης
που ανάποδα κούρδιζε
τις χορδές"
Μ.Ρ.
Μια καλημέρα
με όλες τις νότες μου
σωστά κουρδισμένες..
:):)
Δημοσίευση σχολίου